Το μπαούλο
["Γράμματα από το Μέτωπο", το χειρόγραφο ημερολόγιο του πατέρα μου, που βρήκα στο ξεχαρβαλωμένο μπαούλο, εντελώς τυχαία.]
Το πιθανότερο είναι να με φόβιζε η ιδέα πως ο πατέρας έχει κλειδωμένο εκεί μέσα τον πόλεμο. Μάλλον, αυτό θα ήταν.
Ήταν ένα μπαούλο χρώματος χακί, σχήματος ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου με δυο χερούλια, κολλημένα το ένα στη μία μικρή πλευρά και το άλλο στην άλλη μικρή. Ένα από εκείνα τα στρατιωτικά μπαούλα του παλιού καιρού που κουβαλούσαν πολεμοφόδια ανά δύο φαντάροι στις δύσβατες περιοχές. Ήταν ξύλινα, ελαφρά. Αλλά έτσι που ήταν κλειδωμένο μου προκαλούσε φόβο.
Το είχε φέρει ο πατέρας επιστρέφοντας "ανάπηρος πολέμου" από το Μέτωπο το 1940, μαζί με τις πληγές του πολέμου στο κορμί και στην ψυχή του. Και το κρατούσε κλειδωμένο σε όλη του τη ζωή, ωσάν να έκρυβε κάτι πολύτιμο. Και το είχε κρυμμένο σε μιαν αθέατη γωνιά στο σκοτεινό δωμάτιο του ισογείου. Τόσο πολύ φαίνεται τον είχε στιγματίσει εκείνος ο μεγάλος Πόλεμος ο Ελληνοϊταλικός. Ίσως γιατί δεν ήταν νεοσύλλεκτος, αλλά έφεδρος ανθυπολοχαγός σαραντάρης, με μια οικογένεια πίσω του στο έλεος του Θεού. Πέντε παιδιά ανήλικα και σύζυγο αγρότισσα να σπέρνει και να θερίζει και να φροντίζει και τα ζώα τους, καθότι είχε να θρέψει πέντε παιδιά, να οργώσει, να σπείρει...
Όσο ζούσε ο πατέρας το μπαούλο έμενε κλειδωμένο. Όταν ήρθε η ώρα του να αφήσει για πάντα τον όμορφο αλλά πολύ πονεμένο μάταιο ετούτον κόσμο, η έγνοια του όλη ήταν το μπαούλο και τα μελίσσια και μετά οι ελιές του.
Πολύ μετά αφότου τέλειωσε, όπως τέλειωσε, ο Εμφύλιος, όταν πια είχα εντελώς αποβάλει το φόβο και είχα συμφιλιωθεί με τους πεθαμένους, παραβίασα τους όρους του πατέρα και άνοιξα το μπαούλο. Τότε ήταν που ανακάλυψα το θησαυρό που έκρυβε μια ολόκληρη ζωή ο πατέρας και λύθηκε το μυστήριο που δημιουργούσε τόσες υποψίες. Και τι δεν έβαζε ο νους μου εμένα!
Ωστόσο, βρήκα μερικά πράγματα που με έκαναν πολύ υπερήφανη για τον πατέρα μου. Βρήκα ένα χειρόγραφο ημερολόγιο, κάτι σαν Απομνημονεύματα του Πολέμου στο Μέτωπο, αλλά τα είχε κατακρεουργήσει το σαράκι και ο χρόνος και δεν είχαν μείνει παρά μόνο λέξεις και φράσεις που μόλις τότε μπόρεσα να διαβάσω, χωρίς να καταφέρω να βγάλω ένα νόημα. Όμως, ήμουν σίγουρη πως έχουν ενδιαφέρον. Ο πόλεμος μας είχε ωριμάσει πρόωρα και υποπτευόμασταν το κάθε τι που είχε σχέση με το παρελθόν.
Δεν είπα σε κανέναν τίποτα. Μάζεψα τα σαρακοφαγωμένα χαρτιά προσεχτικά, τα τύλιξα μ’ ένα κουρέλι από στρατιωτικό πουκάμισο που κρατούσε, φαίνεται, ο πατέρας ως ενθύμιο του στρατού, για να τα πάρω μαζί μου, όταν βρω ευκαιρία. Κλείδωσα το μπαούλο και πήρα τα κλειδιά μαζί μου, για να ασχοληθώ με τα “Απομνημονεύματα” του πατέρα μου, όταν με το καλό ξαναβρώ ευκαιρία .
Όταν μπόρεσα να ασχοληθώ με αυτό το μέρος του παρελθόντος της πατρικής μου οικογένειας, το πρώτο που έκανα ήταν να αναζητήσω το μπαούλο για τα χειρόγραφα. Το βρήκα παραπεταμένο στο χωράφι. Και τι να το έκαναν, ένα σαραβαλιασμένο, άχρηστο πράγμα. Κανείς δεν σκέφτηκε να το ανοίξει. Ως εκ θαύματος, βρήκα το δεματάκι που είχα κρύψει μέσα στη σαπίλα. Ελπίζω να μου δώσει χρόνια ο Θεός να αξιοποιήσω το “Ημερολόγιο του Πολέμου στο Μέτωπο”, τα χειρόγραφα του πατέρα μου.
*
Παλαιό Φάληρο, 12. 7. 2024
*
Φωτογραφίες Τάσος Τσικριτέας, γιος του αείμνηστου αδερφού μου του Τάκη (Δημητρίου Ανασασίου Τσικριτέα).

Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου