Οι ώρες του ερωδίου/ Το κορίτσι με τις ανεμώνες

 

 

 

 


 

 

 

Νέα, αναδομημένη σε ελευθεροστίχο και ψηφιακή μορφή η συλλογή ποιημάτων μου
"Οι ώρες του ερωδιού"
από τον Οκτώβριο του 2024, ύστερα από 31 υκλοφορεί //ΔΩΡΕΑΝ// στο διαδίκτυο.
Η ψηφιακή μετατροπή έγινε δια χειρός της Μάριον Χωρεάνθη τον Σεπτέμβριο του 2024
*
Ένα ποίημα σε ελεύθερο στίχο
*
Το κορίτσι με τις ανεμώνες
*
Δεν έμεινε
γιατί να μείνει
τυλίχτηκε στη μοναξιά πήρε τη θλίψη της
κι έφυγε
Βάδισε κατά τον ποταμό
το νερό κυλούσε ολοένα παρασέρνοντας
τις ελπίδες του κόσμου
Το καλοκαίρι είχε ρουφήξει τη δροσιά
κι ο τόπος ήτανε απέραντα χλωμός
*
Θέλω να διώξω απ’ την καρδιά μου αυτή τη θλίψη
δεν μπορώ να κάνω αλλιώς
κι αυτό το ξέρεις
Ο γέροντας ασάλευτος όπως τον είχε αφήσει
έμοιαζε απολιθωμένος
Είναι νωρίς ακόμα
βιάζεσαι
δεν ήρθε ο καιρός του θερισμού
Χαμογέλασε
Και το νερό κατέβαινε με τις ανάσες του κόσμου
Δεν πρόσεξε
δεν έδειχνε να δλινει σημασία σε τίποτα
κι ο άδειος δρόμος με τη φαγωμένη άσφαλτο
έντυνε τη μοναξιά με τη σιωπή
και το σκοτάδι
στην άχνα του Εσπερινού
*
Αυτό το ξεχασμένο μέρος του καιρού
σαπίζει στην καρδιά μου σαν το χόρτο
Αναστέναξε
μύρισε σιωπή το πέρασμά της
κι ο ήχος του νερού δυνάμωνε την εγκαρτέρηση
Διάβηκαν οι καιροί
στ’ αλλοτινό λιμάνι δέθηκαν οι ανασασμοί του όρθρου
άνοιξε μια ρωγμή στη μνήμη
και πέρασε στην άλλη διάσταση
Μη μου το πεις αηδόνι θα σωπάσω
από καιρό το πλέκω τούτο το μαγνάδι
το όνειρο – θέλω να πω – με τον καημό
Άφησε το σκοτάδι να ’ρθει πάνω σου
πρέπει να κρεμαστούμε απ’ τον καιρό
είναι βαθύ το ρέμα
Τι το τραβάς το χαλινάρι
στάσου
Πώς τρέχεις έτσι
θα τους τρελάνεις τους ανθούς
χρόνια που σε περίμενα ς’ αυτή την κόχη
δες
το λιθάρι μου έχει ραΐσει
*
Απλώθηκε σιγή
Το κορίτσι με τις ανεμώνες
πήρε τον δρόμο τον μακρύ αέρινη κι αλαφροπάτητη
σπυρί σπυρί συμμάζεψα την ερημιά
κι έγινε φως μες στην καρδιά μου
σκαλί σκαλί
ανέβηκα τον κάματο και τον καιρό
– κούφια τα κόκαλα της μέρας –
και χάθηκε σαν αστραπή από τα μάτια μου
*
Τι το κοιτάς αυτό το ρέμα
άνθρωπέ μου
δεν νιώθεις που σε περιπαίζει
Μια λύπηση τυλίγει την καρδιά μου
δεν είσαι συ έκανα λάθος
*
Η στάση άδεια δεν περίμενε κανείς
Το τρένο πέρασε σφυρίζοντας
Το λάθος ήταν με το μέρος της
Τώρα σιωπή
*
Περπάτησε ως τα χαράματα μες στην ψυχή της
κι ύστερα γύρισε στον κόσμο
Είχε πολλή συγκομιδή τούτο το χρόνο
οι άνθρωποι στα χρόνια μου το συνηθίζαν μαζεύουν στάχια
ήταν τα χέρια μαθημένα τότε
*
Γύρισε κι είδε τη ζωή του
ένα κενό
τα χωράφια ξερά ξεριζωμένα τα δέντρα
και μύριζε νοτιά το πρόσωπό του
Μες από τα κιτρινισμένα δάχτυλα έφυγε η ζωή
κι η μνήμη
*
Ξέρεις ονειρευόμουνα το φω
εκεί που γονατίσαμε
Κοίτα τ’ αστέρια χαμηλώνουν
έχει πυκνώσει το σκοτάδι
πέρα μακριά στις κορυφογραμμές
τα σπίτια μικραίνουν
λιώνουν σαν από κιμωλία οι άνθρωποι
*
Ο ποταμός και το κορίτσι με τις ανεμώνες ταξιδεύουν
ταξιδεύουν μαζί στα μάτια του γέροντα
φεύγουν τα πουλιά κι ο καιρός της αθοφορίας
ο παλμός της μέρας
*
Το κορίτσι έναν καιρό
τόση δροσιά σ’ αυτά τα μέρη
Θεέ μου το ποτάμι πήρε το κορίτσι
το ποτάμι κι ο καιρός ο μισημένος
τώρα σιγή
*
Πλάι μου τρέχει ο ποταμός με τα οράματα του κόσμου
Πώς άφησα να φύγει μες από τα δάκτυλά μου η ζωή
μέσα από τα κιτρινισμένα φύλλα
ξόδεψα τη ζωή μου έναν καιρό
Το λάθος ήταν με το μέρος μου
τώρα σιωπή
*
Καθένας έχει τους καημούς του
δεν βαριέσαι
ας τον διαβούμε τον καιρό
μας περιπαίζει
Να τον θυμάστε τον καιρό του θερισμού
τους πεθαμένους μας να τους θυμάστε
έχουν σαπίσει τόσα κλώνια μες στη μνήμη
*
Ώρα για να συλλογιστώ
Τα χελιδόνια ξαναγύρισαν κι εγώ λησμόνησα τον άνεμο
που φέρνει τη βροχή
*
Ήταν εκεί δεν έχει αλλιώς
έξω από την κίνηση του σκοταδιού
δώθε
από τον κύκλο της φθοράς
μες σ' ένα σύννεφο αιωρούμενου καπνού
στο έλεος των ωρών του ερωδιού
ένα λαγήνι ετοιμοθάνατου
ένα κλωνάρι θαλερό μες στον καθρέφτη του μυαλού μου
και πέρασε στην άλλη ακτή
*
Εκεί ο δρόμος έκανε καμπή
Πίσω απ' τα κυπαρίσσια το σκοτάδι
ένα μαβί τοπίο και η θλίψη
Ανθίζει πίκρα η αλυγαριά
κι ο θάνατος μετράει τις ανάσες των περαστικών
Το παραθύρι έκλεισε
το βράδυ έπεσε νωρίς στα βλέφαρα του κόσμου
πήρε και το κορίτσι με τις ανεμώνες
κατάπιε τα μαλλιά και το κορμί
*
Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό
ένα κορίτσι
μ’ ένα κουβάρι όνειρα κι ένα σουραύλι
να σελαγίζει τους ανέμους και τη μοναξιά
Να το θυμάστε
*
(Παλαιό Φάληρο, 31-7-24)
*
*Για να διαβάσετε τα οιήματα της ψηφιακής συλλογής ποιημάτων μου, πατήστε:👎
https://archive.org/details/erodios
Δείτε λιγότερα

Σχόλια


Σχόλια