Υγρός Αμφιβληστροειδής


 
 
 

Ελένη Χωρεάνθη
Επιλογή και παρουσίαση βιβλίων
Παύλος Πέζαρος: “Υγρός Αμφιβληστροειδής”
Με την ευκαιρία της έκδοσης της πέμπτης συλλογής ποιημάτων του, εφτά χρόνια μετά την τέταρτη συλλογή του “Ο αχός κι βυθός”, η οποία εκδόθηκε είκοσι έξι χρόνια ύστερα από την προηγούμενή της, θα έλεγα ότι ο Παύλος Πέζαρος (τον οποίο, ωστόσο, δεν θα χαρακτήριζα ολιγογράφο), είναι πολύ επιλεκτικός, ακριβολόγος και σαρκαστικός – από τον πρώτο κιόλας στίχο της πρώτης στροφής του πρώτου ποιήματος, που φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο “Ο αμφιβληστροειδής του Ποσειδώνα”. Μια καυστική σάτιρα, όπου το Αιγαίο προσωποποιείται στη μορφή του αρχαίου θεού, ενώ έχει γίνει ο υγρός τάφος χιλιάδων προσφύγων, οι οποίοι πρέπει να αισθάνονται ευτυχείς που πνίγηκαν στο Αιγαίο! Γιατί:
*
“…θα έρθουν αρχαιολόγοι με σκαπάνες
να σας τους δώσουν πίσω, τους χαμένους,
πλυμένους με θαλασσινό νερό, γαλαζοαίματους,
να τους τιμήσετε, να σας τιμήσουν…”
*
Μολονότι τα ποιήματα στο σύνολό τους είναι αφηγηματικά, δονούνται από έναν υφέρποντα εσωτερικό ρυθμό. Και όλα συγκλίνουν στο ίδιο συμπέρασμα: “Στον επιτάφιο”
*
“Και δύο κοριτσάκια δροσερά
με χάρη αιωρούνται
στις κούνιες παιδικής χαράς,
χαμόγελα σκορπώντας,
την ώρα που γυρνάει στις γειτονιές
ο επιτάφιος”.
*
Πρόκειται για μια ονειρική, ποιητική πραγματικότητα. Τι άλλο, σε τελευταία ανάλυση, είναι η ζωή, παρά συμπόρευση ζώσας πραγματικότητας και μνήμης θανάτου; Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, όπου τα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου, ζώντων και νεκρών, είναι δυσδιάκριτα. Και με την πείρα που απόκτησε, όντας μια ολόκληρη ζωή μάρτυρας της ίδιας πραγματικότητας, δεν βλέπει τίποτα θετικό. Όλα είναι μια θάλασσα – υγρός τάφος προσφύγων που κυνηγάνε κούφια όνειρα. Και τι είναι, αλήθεια, τα όνειρα; Ο Παύλος Πέζαρος καταλήγει: “Λεμόνια είναι τα όνειρα / τα στύβεις με όση δύναμη σου μένει, / να νοστιμίσουν, να κρατήσεις / τη γεύση τους όσο μπορείς”.
Κι άξαφνα έρχεται σε επαφή με την παρούσα πραγματικότητα, η οποία καταρρίπτει όλο το ποιητικό οικοδόμημα: “Μαραίνονται τα ρόδα / και οι βασιλικοί / όταν μεταναστεύουν τα πουλιά / και τα παιδιά μας”. Και τότε συναισθάνεται το βάρος το δυσβάστακτο κι αναφωνεί: “Α, ψυχή μου αδίστακτη/ ψυχή μου απροσδιόριστη”.

Σχόλια