Κ. Καπετανάκης: Ο #πιτάφιος των ψυχών

Σώπα, περνάει ο “Επιτάφιος των ψυχών”

Γράφει η Ελένη Χωρεάνθη //

 

 

 

Κώστας Καπετανάκης «Τα ροζ παράθυρα του Λάκκου», εκδ. Μουσείο Κώστα Καπετανάκη

 

Στο καινούριο βιβλίο του Κώστα Καπετανάκη, ένα έπος με τίτλο “Τα ροζ παράθυρα του Λάκκου” και εξαιρετικό εξώφυλλο με δύο υπέροχα χαρακτικά δικά του, η επαφή μου με την ηρωίδα του στον εξομολογητικό, απολογητικό, και συγχρόνως δραματικό μονόλογό της, πέραν όλων των παραπόνων της, συνιστά ένα “κατηγορώ” ενάντια στην αδιαφορία της κοινωνίας που ζει και ευτυχεί έξω και μακριά από “Το σπίτι με τα ροζ παράθυρα του Λάκκου”, αδιαφορώντας για τη δυστυχία εκείνων που ζουν πίσω από τη ροζ πραγματικότητα. Ένα κατηγορώ από ένα κορίτσι ενάντια στην κοινωνία που θεωρούσε τα δυστυχισμένα πλάσματα, ανθρώπους καταδικασμένους από ανίατη αρρώστια “παιδιά ενός κατώτερου θεού”. Παιδιά έρημα και καταδικασμένα, απόβλητα, παρατημένα στην τύχη τους, στην ατυχία τους, καλύτερα. Ωστόσο:

“…Ήρθε ο καιρός

Στην περιοχή του θρυλικού ”Λάκκου”

ένα απόκρυφο

όμως ”ανοιχτό βιβλίο”

που διαβάζει

από τις στοιχειωμένες

”πίσω πόρτες”

που φέρουν το ”λευκό”

από το ”σκότος”

τις λησμονημένες ιστορίες

χωρίς

να θέλει να ”γράψει”

ιστορία, γιατί

αν ακουμπήσεις ευλαβικά

τα απομεινάρια

και βάλεις το αυτί σου

θα στα πουν όλα

τα κρυμμένα μυστικά

που τα σκεπάζει η λήθη…”

Ο Κώστας Καπετανάκης, ένας σπουδαίος καλλιτέχνης, αισθαντικός ποιητής, πολυπράγμων με πλούσιο εικαστικό και συγγραφικό έργο, ένας Δάσκαλος με πολλές δραστηριότητες, όχι μόνο περί τα εκπαιδευτικά πράγματα, ασχολείται σοβαρά με ιδιαίτερη αγάπη με την υπόθεση του “Σπιτιού με τα ροζ παράθυρα στο Καλντερίμι του Λάκκου”. Το ενδιαφέρον του έχει στρέψει από την αρχή στην παιδική του ηλικία, τότε που παίζοντας με τα γειτονόπουλα στις αλάνες, ερχόταν σε καθημερινή επαφή με τη ζωή των κατοίκων στα σπιτάκια με το κόκκινο κεραμιδάκι στον απαγορευμένο, κλειστό τόπο. Είναι εμφανές πως τον συνδέει άρρηκτη σχέση τρυφερότητας και αγάπης για όλα “τα παιδιά ενός κατώτερου θεού’, ιδιαίτερα με ένα κορίτσι που θαυμάζει τόσο για την ομορφιά, όσο και για την  αφοσίωση στη βοήθεια αυτών των πλασμάτων αδιαφορώντας για την υπόληψη, την υγεία, θυσιάζοντας τη ζωή του στο βωμό του “πληρωμένου έρωτα” και του θανάτου:

“… Τώρα ακούω

μια φωνή

είναι ο Άγγελος με τα μαύρα

[…]ένας Άγγελος ένας έρωτας χωρίς φύλο και ηλικία

να διασχίζει με τα φτερά του τον ουρανό, και να συντελείται το θαύμα

[…]είναι ο Άγγελος με τα μαύρα, γιατί πενθεί όπως εμένα

ρωτώ τον Άγγελο, γιατί φορεί τα μαύρα

δεν μου απαντά

Θέλουν/τον/‘προστάτη’

 

να στεγαστούν

στα ”συναξάρια”

Αυτά τα παλίμψηστα

Αυτά τα τρυφερά ”σκουπίδια”

τα ανυπόληπτα

του αιώνιου χώρου που

έχουν λεηλατηθεί

από το

αρχαίο έγκλημα της σιωπής

και τα χείλη της σιωπής…”

 

Κώστας Καπετανάκης

 

Συλλέγει και στεγάζει σε σπίτι ευάερο και ευήλιο, ό, τι απόμεινε από τα ράκη εκείνων των απόκληρων ψυχών: σπαράγματα, ξεφτίδια και ξεσκλίδια της πονεμένης τους ιστορίας με σκοπό να τα περιθάλψει, να τα ντύσει με τα δικά του φωτεινά χρώματα, να τα αναδείξει και να τους δώσει περίοπτη θέση  στο “Σπίτι/ Μουσείο/ με τα ροζ παράθυρα στο Καλντερίμι του Λάκκου”, από όπου και ο χαρακτηριστικός τίτλος του νέου βιβλίου του.

Ο ίδιος, σχετικά με την αφετηρία και την εμμονή του να ασχολείται επίμονα με το απομονωμένο μακριά από τον άλλο κόσμο θλιβερό απομεινάρι εκείνων των καταδικασμένων από επάρατη νόσο ψυχών που ζούσαν στο Καλντερίμι του Λάκκου, απαντά:

“…Ήρθε ο καιρός η ώρα της άλλης ζωής

στην περιοχή του θρυλικού ”Λάκκου”,

στη Γιαμπουδή 32,

το Πάσχα του ’14, 

“τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς”,

η ώρα δώδεκα, ακριβώς,

ένα σπίτι χωμάτινο,

ένα Μουσείο +1 καρκινικό

που θα στεγαστεί

ο έσχατος ”Επιτάφιος” των ψυχών

για την μνήμη των γονέων

Γεωργίου και Μαρίας

                               Αφιερωμένο

στα παρατημένα,

στα παιδιά που χάθηκαν,

που ξέχασαν, σε μια γωνιά κρυμμένα, παραμονεύουν

που κανείς δεν ξέρει

“αγνώστου πατρός”,

που δεν ξέρουν γράμματα, μουτζουρώνουν με μαύρο

στο στοιχειωμένο,

στο απαγορευμένο

κόκκινο καλντερίμι της χαμένης αθωότητας…”

Ο ποιητής – συγγραφέας του βιβλίου, ο οποίος παιδί και “εκ νεότητός του” έζησε πλάι στον κόσμο αυτό, βίωσε το δράμα των καταφρονεμένων που με νύχια και με δόντια γαντζώνονταν στον άγονο, τον καταδικασμένο αγώνα επιβίωσης, που δεν τους έμενε άλλη διέξοδος από την αδιέξοδη καταφυγή στον “πληρωμένο έρωτα”, και συνεχιζόταν έτσι το δράμα με την αύξηση θνησιγενούς πληθυσμού / αθώων θυμάτων σε μια άλλη Σπιναλόγκα, στο Καλντερίμι του Λάκκου, κατέγραψε σε:

“…ένα απόκρυφο, όμως ”ανοιχτό βιβλίο”

που διαβάζει

από τις στοιχειωμένες

”πίσω πόρτες”

που φέρουν το ”λευκό”

από το ”σκότος”

τις λησμονημένες ιστορίες χωρίς

χωρίς να θέλει  να ”γράψει”

ιστορία,

[…]όλος ο λακκιώτικος ”θίασος”, όλοι οι ήρωες του δρόμου

την τελευταία λέξη θα την χαράξεις ”Εσύ”

που θα γράφει, πως εδώ γίνηκε το κακό

[…]δεν ξέρω αν θα ολοκληρώσω τη διατύπωση

γιατί πάντα μένει ”κάτι” που δεν έχει ειπωθεί

έτσι συμβαίνει στους ανεκπλήρωτους χρησμούς

είναι αυτό το ”κάτι” που απομένει δεν θέλει να τελειώσει

το ”έργο”,θέλει τη συνέχεια

του ερχόμενου για να έχει μέλλον και η ποιητική.

Στο νέο ποιητικό βιβλίο του με ένα ποίημα 128 σελίδων σε συνεχή αδιάπτωτο λόγο από την αρχή ως το τέλος και σε ελεύθερο, ποικίλο στίχο και ρυθμό, εκφράζει τα συναισθήματα και τους προβληματισμούς του, σε ταξιδεύει στο άπειρο, ακολουθώντας το άφωτο φως, στην άλλη πλευρά του φεγγαριού, εκεί που ζουν “παιδιά ενός κατώτερου θεού”, χωρίς να σταματάει πουθενά σε ενδιάμεσους προορισμούς.

Ο τρόπος αυτός ποιητικής γραφής παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον κι από εικαστική άποψη, κάτι που μάλλον προκύπτει από τις διακυμάνσεις της σκέψης του ποιητή στην απρόσκοπτη ροή του λόγου ίσαμε την ολοκλήρωση του ποιητικού γεγονότος: σχηματίζονται γεωμετρικά σχήματα,  όπως τρίγωνα, ρόμβοι, κλεψύδρες, τραπέζια,  ευτάκτως, θαρρείς, “σχεδιασμένα”, ενίοτε και ατάκτως, σπανίως υποτυπώδη τετράγωνα ή παραλληλόγραμμα. Ο κύκλος που περικλείει το θαυμαστό και αισθητικά κατορθωμένο έργο/ ποίημα/ έπος είναι νοητός, αόρατος.

Παραλληλίζοντας τα νοητά “κεφάλαια” του ποιήματος με τα γεωμετρικά σχήματα, διαφαίνεται η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο γραπτό λόγο και στο σχήμα. Ανάλογα με το ειδικό βάρος των στίχων σχηματίζονται και γεωμετρικά σχήματα, π.χ. όπου το ποιητικό γεγονός συρρικνώνεται, σχηματοποιείται σε κλεψύδρα*:

“… την αγκαλιά της μοναξιάς εκλιπαρεί για να κρατήσει

μάρτυς μου ο Θεός

γιατί μ’ εγκαταλείπεις

ανέτοιμοι για το πουθενά

να με θυμάσαι

θα πεις όχι

στο τελευταίο παρακαλετό

θέλω

δεν απάντησες

μόνο με ρώτησες

“πόσο κάνει”

ένα δώρημα του έρωτα

“κάνει”

απάντησα

απαρηγόρητη

εξαγοράζεις το κορμί μου

και ξευτελίζεις την τιμή μου

μου φώναζαν

θα χάσω το κλειδί

πάλι το πληρωμένο “γιατί”

(Σελ. 83)

Η ηρωίδα,  ένα κορίτσι που μιλάει πίσω από “Τα ροζ παράθυρα του Λάκκου”, αναφέρεται στη ζωή που δεν έζησε, που δεν ζει μήτε πρόκειται να ζήσει: εκθειάζει τη ζωή και τις χαρές της που θα ήθελε να ζήσει, την αγάπη , τη στοργή, τον έρωτα, τις ηδονές. Αυτό συμβαίνει σε μεγάλα  κλασικά έργα. Το θύμα όταν βρεθεί στο μεταίχμιο, μεταξύ ζωής και θανάτου, υμνεί την ομορφιά της ζωής, το φως και την ημέρα που δεν θα ξαναδεί, διότι τότε καταλαβαίνει πόσο αξίζει η ζωή.

Αναμφιβόλως, ο ποιητής/καλλιτέχνης και δάσκαλος, και μάλιστα παιδιών με ειδικές ανάγκες, επιστρέφει στο παρελθόν, στα παιδικά του χρόνια, τότε που σκαρφάλωναν στα τείχη για να βλέπουν τα γινόμενα πίσω από αυτά. Με τη μεγάλη ποιητική σύνθεση που καλύπτει ένα πεδίο πολυδιάστατο, μυθικό, ιστορικό, κοινωνικό και ηθικό, παρουσιάζει πρισματικά  και φωτίζει  από όλες τις πλευρές του το θέμα και δίνει την κοινωνική διάσταση του δράματος που βίωναν χρόνια καταδικασμένοι, οι καταφρονεμένοι εκείνοι κάτοικοι στα σπιτάκια με τις κόκκινες κεραμιδένιες στέγες.

Παραλληλίζοντας τα εξαίρετα, ιδιότυπα εικαστικά έργα του Κώστα Καπετανάκη, όπου την “πρώτη ύλη” αποτελούν κομμάτια ζωής μαζεμένα από τους λασπωμένους βρόμικους δρόμους των κέντρων του πολιτισμένου κόσμου, διαπιστώνουμε ότι χαράσσει αλλού κι αλλού ζωγραφίζει με λέξεις πάνω σε ένα τεράστιο “πανό” την εικόνα του παρελθόντα εν σχέσει με τον σύγχρονο κόσμο, με τον ίδιο τρόπο που συναρμολογεί τα σκόρπια κομμάτια και δημιουργεί εφάμιλλα καλλιτεχνικά έργα με την προοπτική του μέλλοντος:

 

Ήρθε ο καιρός, Γραμμική ”Κάππα”

Είναι οι φωνές,

οι φωνές των ψυχών στο μακρύ σοκάκι της πλάνης,

κείτονται στο χώμα.

Οι Θεοί αδιαφορούν

δεν ακούν τις παρακλητικές φωνές των ψυχών,

και οι ψυχές αναγκάζονται

να παρακαλέσουν τις Μοίρες.

Αφήνουν ρωγμές μήπως και περάσει κάποιο φως,

στο κόκκινο καλντερίμι των στεναγμών.

Κι εγώ παραδίνομαι στις στιγμές της δημιουργίας.

Οι φωνές ενώνουν τον πρωτοχρόνο στο μεταχρόνο.

Αδιάφορο για τους διαβάτες του σύντομου ”δρόμου”.

Κανείς δεν κοιτάζει το εικαστικό παραλήρημα.

Είναι μονοπάτι φυγής

Το παίρνω μαζί μου.

Πόσο φωτεινό είναι το φως του.

Γράφει, όλες οι τέχνες μαζί.

Το φως, χίλιους ρόλους

”Σώπα, περνάει ο Επιτάφιος των ψυχών”,

αλλάζει κάθε στιγμή και γράφει.

Γράφει για τα αόρατα σημάδια και τάματα,

σβησμένα τα τάματα,

ανώνυμα τα ανθρωπωνύμια,

όμως ολοζώντανα τα ”απολεσθέντα”,

επιζώντα της νοσταλγικής ζωής του παραδείσου του φτωχού,

όταν οι φωτοσκιάσεις αρχίζουν να φαίνονται

στο χωμάτινο χαρτί του ασπρόμαυρου.

”Σώπα, το γράμμα

Εικόνες γεμάτες φως,

καυτές ανασαίνουν βαριά να μου κοπεί η ανάσα.

Είναι τόσο αισθησιακές, μυστηριώδεις

 λάμπουν τόσο,

αφηγούνται το ηλιακό τραγικό φως,

το προσκηνούν ηδονικά.

Εδώ υπάρχει το μυστήριο

πώς το φως προσπαθεί για την ήττα της σκιάς.

Οπαδός της εικονολατρείας του υπαρξισμού το άφωτο φως

στο σύνορο της μεταφυσικής, αιχμαλωτίζει τις εικόνες,

μικρό το φως, μαγάλη σκιά, μεγάλο το φως μικρή η σκιά

αέναη η φωτοσκίαση,

αλεπάλληλη η ”σύγκρουση” 

Αιχμαλωτίζονται οι εικόνες στη σαγήνη,

αιχμαλωτίζονται στην ενδοσκόπηση χωρίς να φορούν τις μάσκες

Βγάζουν τις μάσκες των ρόλων

γιατί ξαφνικά σιωπή κι ακινησία από την εξαντλητική ένταση,

γιατί ήρθαν τα νεφελώματα του γαλαξία γεμάτα

αστερόσκονη από τη μήτρα του σύμπαντος,\

που γεννά αστέρια με την ταχύτητα του φωτός

συνεχίζεται κόκκινη κλωστή…”

 

***

 

Σημείωση: Από όσο γνωρίζω, ο αείμνηστος ποιητής Κώστας Ε. Τσιρόπουλος, εξέχων στοχαστής  και λόγιος, έχει χρησιμοποιήσει αυτόν τον ιδιόμορφο τρόπο ποιητικής γραφής με σχηματισμό γεωμετρικών σχημάτων σε μια ολόκληρη συλλογή ποιημάτων του με τον χαρακτηριστικό τίτλο “Ανάμεσα σε νύχτες/ ποιητική μαρτυρία”, “Αστήρ”, Αθήνα 1964.

 

 

Ελένη Χωρεάνθη, Παλαιό Φάληρο 15 Οκτωβρίου 2023

 18 Οκτωβρίου 2023 Φρακταλ

 

Σχόλια