Σελίδες από τη ζωή μιας Βυζαντινής ποιήτριας
Η μοναχή Κασσιανή *
Μια ιστορία αγάπης σαν παραμύθι**
*
Μπορούμε να ισχυριστούμε βάσιμα πως η Ελλάδα είναι η Χώρα των μεγάλων ποιητών, από τον Όμηρο και τον Ησίοδο, τους δημιουργούς των αθάνατων επών, μελικούς και τους λυρικούς ποιητές ίσαμε τους μεγάλους τραγικούς ποιητές της κλασικής αρχαιότητας. Στο Βυζάντιο ξεχωρίζουμε τη μοναχή Κασσιανή, τη σπουδαία χριστιανή ποιήτρια, που θρυλείται ότι συνέθεσε το πολύ γνωστό "Τροπάριο της Κασσιανής" που ακούμε τη Μεγάλη Τρίτη στον εσπερινό. Οι παραδόσεις λένε, ότι ήταν μια πολύ όμορφη, σεμνή, μορφωμένη και περήφανη αρχοντοπούλα που έζησε στο Βυζάντιο τον ένατο μ. Χ. αιώνα, τον καιρό του αυτοκράτορα Θεοφίλου. Ο βίος της μοιάζει κάπως με ρομαντικό μυθιστόρημα, με γλυκόπικρο παραμύθι.
Σύμφωνα με τις παραδόσεις, όταν ήρθε η ώρα να παντρευτεί ο Θεόφιλος, η βασιλομήτωρ Ευροσύνη οργάνωσε ένα είδος "καλλιστείων", για να εκλέξει ο γιος της τη μέλλουσα βασίλισσα, και κάλεσε στην Κωνσταντινούπολη τις πιο όμορφες αρχοντοπούλες του Βυζαντίου. Ανάμεσα στις δώδεκα καλλονές που έφτασαν στην τελική κρίση ξεχώριζαν, η Κασσιανή και η Θεοδώρα. Ο Θεόφιλος για να κάνει την καλύτερη επιλογή σοφίστηκε ένα τέχνασμα: Κρατώντας ένα χρυσό μήλο στάθηκε μπροστά στην Κασσιανή και της λέει:
"Ώς άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα!"
που απλά σηναίνει:"Άραγε, γιατί από τη γυναίκα πήγασαν τα κακά;"
Η Κασσιανή χωρίς κανένα δισταγμό, του απάντησε:
"Και δια γυναικός πηγάζει τα κρείττω!"
που σημαίνει: "Και από τη γυναίκα πηγάζουν τα καλύτερα!"
Ο Θεόφιλος, αντί να την προτιμήσει γιατί ήταν η ωραιότερη, φοβούμενος την εξυπνάδα της, προσπέρασε και πρόσφερε το χρυσό μήλο στη Θεοδώρα. Η Κασσιανή ύστερα από αυτή την προσβολή αποφάσισε να αφιερωθεί στον Θεό. Φόρεσε το σχήμα και το ένδυμα της μοναχής και κλείστηκε σε μοναστήρι για όλη την υπόλοιπη ζωή της. Αφοσιώθηκε στις προσευχές και στην ποίηση. Εκεί έγραψε πολλά και ωραία ποιήματα, ανάμεσα στα οποία και το ποίημα για την αμαρτωλή του Ευαγγελίου, η οποία άλειψε τα πόδια του Ιησού με πανάκριβο μύρο και τα σκούπισε με τα πλούσια μαλλιά της λίγο προτού Εκείνος να σταυρωθεί. Πρόκειται για το ιδόμελο τροπάριο της Κασιανής, που ψέλνεται με δικό του μέλος το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης.
Όταν έμαθε ο Θεόφιλος πως η Κασιανή έγινε μοναχή, οδήγησε τα φιλόδοξα βήματά του ώς τις κλειστές θύρες του μοναστηριού. Οι μοναχές του άνοιξαν και κείνος πήγαινε από κελί σε κελί χωρίς να φανερώσει το σκοπό της επίσκεψής του. Όταν έφτασε στο κελί της Κασιανής, η μοναχή έγραφε, ακουσε τα βήματά του και από τη φωνή τον αναγνώρισε. Αντιστάθηκε όμως στον πειρασμό. 'Ηταν πλέον πολύ αργά για το Θεόφιλο. Παράτησε το αναλόγιο όπου έγραφε και κρύφτηκε.
Ο Θεόφιλος άνοιξε τη θύρα και μπήκε. Πλησίασε ταραγμένος στο αναλόγιο της μοναχής και διάβασε:
*
"Κύριε,
η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σην αισθομένη θεότητα,
μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μοίρα σοι προ του ενταφιασμού
κομίζει.
Οίμοι, λέγουσα, ότι νυξ μοι υπάρχει,
οίστρος ακολασίας ζοφώδης τε
και ασέληνος έρως αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ.
Κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της
καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.
Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής
μου βοστρίχοις...
(ων εν τω παραδείσω Εύα το δειλινόν,
κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα τω φόβω εκρύβη)
συμπλήρωσε εκείνος και σεβόμενος την απόφασή της να μείνει μοναχή, βγήκε ταπεινωμένος από το μοναστήρι. Η Κασιανή όταν γύρισε διάβασε τους στίχους του Θεόφιλου, τους βρήκε ταιριαστούς και συνέχισε το ποίημα:
"Αμαρτιών μου τα πλήθη και κριμάτων μου
αβύσσους
τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης
ο αμέτρητον έχων το έλεος".
***
Στη σημερινή μορφή της γλώσσας μας λέει:
*
Κύριε,
η γυναίκα εκείνη που είχε περιπέσει σε πολλές αμαρτίες,
νιώθοντας τη θεότητά σου,
παίρνοντας πανάκριβα μύρα
και κλαίγοντας γοερά σου τα προσφέρει
πριν από τον ενταφιασμό σου.
Αλίμονό μου, λέγοντας, για μένα είναι νύχτα,
οίστρος ακολασίας κατασκότεινος,
κι ασέληνος έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου τις πηγές των δακρύων μου,
εσύ που μεταβάλλεις σε σύννεφα το νερό της θαλάσσης.
Λύγισε κι άκου τους στεναγμούς της καρδιάς μου,
εσύ που έστρεψες τους ουρανούς προς τη γη
με το να ξοδευτείς για το καλό του κόσμου.
Θα καταφιλήσω τα ανέγγιχτα πόδια σου
και πάλι θα τα σκουπίσω με τα μαλλιά της κεφαλής μου,
(αυτά που, όταν η Εύα το δειλινό στον παράδεισο
άκουσε τον ήχο τους, απ' το φόβο της κρύφτηκε).
Τα πλήθη των αμαρτιών και τις αβύσσους των κριμάτων μου
ποιος θα εξιχνιάσει, της ψυχής μου Σωτήρα;
Μην παραβλέψεις κι εμένα τη δούλη σου,
εσύ που το έλεός σου είναι αμέτρητο..."
*
Κατά την επίσημη εκδοχή, η Κασσιανή ήταν μια σπουδαία και ενάρετη χριστιανή ποιήτρια και μοναχή. Έζησε στην Κωνσταντινούπολη (829-842 μ. Χ), και μόνασε σε μοναστήρι που η ίδια ίδρυσε. Έγραψε πολλούς θρησκευτικούς ύμνους, γνωμικά, επιγράμματα επιτύμβια και πολλά ποιήματα.
Η νήσος Κάσος διεκδικεί την Κασσιανή, εξαιτίας του ονόματός της.
Αν και στα συναξάρια των αγίων της εκκλησίας δεν αναφέρεται πουθενά, η μνήμη της γιορτάζεται στις 7 Σεπτεμβρίου.
*
*Απόσπασμα από τα ανέκδοτα δοκίμια: Ανθολόγιο μεγάλων Ελλήνων ποιητών -Από τον Ησίοδο έως και τον Νικηφόρο Βρεττάκο -
*
**Με τίτλο: “Μια Ιστορία αγάπης σαν παραμύθι”,δημοσιεύτηκε στο Fractalart στις 4 Απριλίου 2018
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου