Σύγχρονη ελληνική πεζογραφία
Ελλένη Χωρεάνθη: Παρουσίαση του 6ου ψηφιακού βιβλίου μου
Το μαγικό ταξίδι*
Μια φορά κι έναν καιρό/ βρήκαν πρίμο τον καιρό/ φίλοι φτερωτοί απ’ τη γη/ και κινήσαν μια αυγή/ για την πλάση την πλατιά/ Κάμανε τρελή βουτιά/ και γυρεύανε στα χάη/ να ‘βρουν πού η ζωή το πάει.
*
και ριχτήκανε στα μάκρη να ’βρουν τ’ ουρανού την άκρη.
Κι η χελώνα η φτωχή πώς να ζήσει μοναχή;
Και ταξίδια ο νους βάνει που ποτέ της δεν θα κάνει.
*
Λέει στο σάλιαγκα: «μπορείς:» είν’ ο δρόμος μας μακρύς».
«Πλάι σου, κυρά χελώνα, περπατώ μισόν αιώνα».
Λέει στον ήλιο τρυφερά: «Που χρυσώνεις τα νερά,
φέξε να ‘βρω κάποια σκάλα ν’ ανασάνω καμιά στάλα.
*
Λέει κι ο ήλιος: «μια κλωστή και μπαλόνα πλουμιστή
για να μπει η κυρά χελώνα κοσμοναύτισα κοκόνα.
Δεν τήνε χωράει η γη, κι απ’ το καύκαλο έχει βγει.
Θέλει πύραυλο μεγάλο για να πάει σε άστρο άλλο
*
Έσπασε όμως το σκοινί, Τη μπαλόνα ποιος κουνεί;»
λέει η χελώνα και θρηνεί μην και χάσουν το σκοινί.
«Θέ μου, φώτισε λιγάκι για να βρούμε το δρομάκι»,
λέει και το σαλιγκαράκι βγαίνοντας απ’ το σπιτάκι.
*
Θέ μου, φέξε τους να βρουν τ’ όνειρο που κυνηγούν,
να χαρούνε την αυγή που ευωδιάζει όλη η γη.
Να δουν τ’ άστρι στο βουνό που το λεν Αυγερινό
και στου φεγγαριού τ’ ασπράδι πώς πλανιέται κάθε βράδυ,
*
πώς στη ρόδινη σιγή τρέμει ο ήλιος μόλις βγει,
πώς δροσολογιούνται οι κάμποι καθώς φεύγουνε τα θάμπη.
«Ήλιε, φέξε τους να βρουν τ’ όνειρο που κυνηγούν»,
λέει κι ένα σοφό πουλί κουρνιασμένο στην αυλή.
*
Ο Αλέξανδρος είχε πολλές απορίες, αλλά η πιο μεγάλη του απορία ήταν πώς συνεννοούνται μεταξύ τους τα μυρμήγκια, οι πεταλούδες, οι μέλισσες. Έκλεισε τα μάτια του και φανταζόταν τι να έλεγαν μεταξύ τους μια παρέα από έντομα και μικρά ζωάκια. Και τότε είδε και άκουσε.
Ξαφνικά μια χρυσαλίδα, μια από τις πεταλούδες της γης, τίναξε αγανακτισμένη τα πιτσιλωτά φτερά της.
«Ουφ! Δεν μπορώ να πάρω ανάσα. Δεν φυσάει καθόλου να διώξει από πάνω μας αυτό το μαύρο σύννεφο που μας κρύβει τον ήλιο. Βρομάει ο τόπος. Δεν έχεις πού ν’ ακουμπήσεις και πού να σταθείς από τα σκουπίδια», είπε.
Και κούρνιασε πάνω στο αγκαθωτό φύλλο ενός πεισματάρικου αγριάγκαθου.
Το αγριάγκαθο έστεκε ακόμα όρθιο κι αποφασισμένο να παλέψει. Εξακολουθούσε να πιστεύει ότι μπορεί και πρέπει ν’ αντιστέκεται στη συμφορά και να υπερασπίζεται το δικαίωμά του στη ζωή...."
*
*Για να διαβάσετε όλη την ιστορία και τις άλλες ιστορίες του βιβίου, πατήστε:
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου